Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Η πείρα της Αργεντινής και θέση των κομμουνιστών

ΓΡΑΜΜΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ  Ή ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ;
Γράφει ο Άδηλος


1.  Από την καπιταλιστική άνοδο στην οικονομική κρίση 
Η Αργεντινή απέκτησε την ανεξαρτησία της από την Ισπανία το 1821 και σύντομα ήταν μια από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες της Λατινικής Αμερικής με αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Αρχές του 1990 εφαρμόζεται πολιτική αναδιάρθρωσης της οικονομίας της, που περιελάμβανε: 
Απελευθέρωση των αγορών
Ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος
Ενθάρρυνση εισροής ξένων κεφαλαίων
Θωράκιση ανταγωνιστικότητας
Όλα αυτά σχεδιάστηκαν μαζί με το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα. Το νόμισμά της συνδέθηκε με το δολάριο με αναλογία 1 προς 1. Το 1994 πρόεδρος αναλαμβάνει ο  περονιστής Μένεμ, και δύο χρόνια αργότερα οι περονιστές παίρνουν και την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Το 1997 η Αργεντινή αρχίζει να αισθάνεται τα πρώτα σημάδια της κρίσης. Εμφανίζεται έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών, αύξηση του εξωτερικού χρέους, ενώ η ανεργία δεν μπορεί να περιοριστεί. Η υποτίμηση του νομίσματος της Βραζιλίας αυξάνει τα προβλήματα και ουσιαστικά από το 1998 η Αργεντινή μπαίνει σε βαθειά κρίση. Το 1999 οι περονιστές χάνουν την πλειοψηφία. Πρόεδρος εκλέγεται ο Ντε Λα Ρούα και κυβέρνηση σχηματίζουν το Ριζοσπαστικό κόμμα με το Frepaso έναν αριστερό σχηματισμό (Αργεντίνικη εκδοχή της αριστερής κυβέρνησης).

2. Τα γεγονότα στις 19 και 20 Δεκέμβρη 2001 
Καθώς η κρίση ολοένα βάθαινε, το κεφάλαιο διχάστηκε, καθώς μια μερίδα του έβλεπε την λύση στην αποδέσμευση από το δολάριο. Το ΔΝΤ εφάρμοζε τις γνωστές σε μας τακτικές του εκβιασμού σε κάθε δόση. Σ’ αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση αποφάσισε πάγωμα των τραπεζικών λογαριασμών, μια απόφαση γνωστή σαν corallito. Κανείς δεν μπορούσε να κάνει ανάληψη πάνω από 1000 πέσος. Ενώ οι επιπτώσεις τις κρίσεις έπεσαν κατά κύριο λόγο στην εργατική τάξη, το corallito έπληξε κύρια την μεσαία τάξη. Άλλωστε οι εργάτες δεν είχαν καταθέσεις στις τράπεζες. Στις 19 και 20 Δεκέμβρη ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους. Περικυκλώνουν τράπεζες ζητώντας τα λεφτά τους, λεηλατούν σούπερ μάρκετ, ενώ σημειώνονται και κάποιες διαδηλώσεις με κατσαρόλες. Ο Ντε Λα Ρούα (που ηγούταν της αριστερής κυβέρνησης) κηρύττει στρατιωτικό νόμο και η αστυνομία κάνει χρήση πλαστικών σφαιρών. 35 νεκροί πέφτουν εκείνες τις 2 μέρες. Η πολιτική κρίση γενικεύεται. Σε μια εβδομάδα γίνονται 4 αλλαγές προέδρων. Συνολικά εκτιμάται ότι 4 εκατ. πήραν μέρος στις διαδηλώσεις που ακολούθησαν, από ένα σύνολο 30 εκατ. ενεργού πληθυσμού (13,5%). (σημ. 4 εκ. ήταν ο αντίστοιχος στην Ελλάδα το 2011)
Τα αιτήματα: - Να μη πληρωθεί το χρέος
                               - Κρατικοποίηση εταιρειών
                               - Τιμωρία των υπευθύνων της καταστολής
                               - Να φύγει το Δ.Ν.Τ.
Η οργάνωση του κινήματος: Εντάθηκαν και πλήθαιναν οι δομές αλληλεγγύης, όπως Κοινωνικά εστιατόρια, Συσσίτια, Κέντρα εκπαίδευσης, Κέντρα υγείας, συστήματα ανταλλακτικής οικονομίας, άτυπες μορφές απασχόλησης. Σε κάθε πόλη και συνοικία οργανώθηκαν «Συνελεύσεις Γειτονιάς», πουθενά όμως δεν έγινε κάποια συνέλευση σε εργατικό χώρο. Κανέναν καπιταλιστή δεν άγγιξαν αυτές οι συνελεύσεις.
Το περιεχόμενο της δράσης: Να λυθούν άμεσα ζητήματα επιβίωσης. «Οι συνελεύσεις γειτονιάς» ήταν διαταξικές συγκεντρώσεις που συζητούσαν και αποφάσιζαν ως προς την αντιμετώπιση της έλλειψης φαρμάκων ή την εξασφάλιση τροφής (σαν παράδειγμα). Δεν υπήρξε  ριζοσπαστικός προσανατολισμός. Χαρακτηριστικό ότι δεν κηρύχτηκε ούτε μία γενική απεργία. (Κηρύχτηκε μία στις 20 Δεκέμβρη που αναστάλθηκε την ίδια μέρα μόλις έπεσε η κυβέρνηση). Η καθοδήγηση των κινητοποιήσεων έγινε από αστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις. Έτσι έμεινε έξω από το πεδίο του λαού η αναγκαιότητα σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία
Η ιστορική πείρα: δείχνει ότι υπάρχουν μορφές λαϊκής οργάνωσης που έχουν έδρα τους εργατικούς χώρους και αντιπαρατίθενται στο κεφάλαιο. Τέτοια λαϊκά όργανα (όπως ήταν τα σοβιέτ)  βρίσκονται σε ανοιχτή ρήξη με το κεφάλαιο και μπορούν να κάνουν αυτό που αδυνατεί να κάνει το αστικό κράτος. Για παράδειγμα οι επιχειρήσεις να παραδίνουν τα βασικά είδη κατανάλωσης στα δικά του λαϊκά όργανα για την διανομή τους. Στην Αργεντινή, ανεξάρτητα αν υπήρχαν ή όχι επαναστατικές συνθήκες δεν διαμορφώθηκαν τέτοιες δομές.
Όσο αφορά την εργατική τάξη, αυτό που έγινε ήταν να εμφανιστεί το φαινόμενο κατάληψης και λειτουργίας των επιχειρήσεων που έκλειναν ή εγκαταλειπόταν από τους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες τους, όπου οι εργαζόμενοι σε πολλές περιπτώσεις ανελάμβαναν να ξεπληρώσουν ακόμη και τα χρέη που άφησε ο καπιταλιστής. Στους άνεργους απολυμένους εργάτες καλλιεργήθηκε η αυταπάτη ότι διέξοδος από την φτώχεια τους είναι να αναλάβουν οι ίδιοι τα κουφάρια των επιχειρήσεων που άφηναν οι καπιταλιστές, διεκδικώντας επί της ουσίας κρατική προστασία στα πλαίσια της καπιταλιστικής αγοράς, ώστε να επαναλειτουργήσουν. Ο ζωντανός παραγωγικός πλούτος της χώρας έμεινε στα χέρια των καπιταλιστών. 

3. Η κυβέρνηση του Νέστωρα Κίρχνερ: 
Η αστάθεια που υπήρχε οδήγησε σε κυβέρνηση του δεξιού περονιστή Εδουάρδο Ντουάλτε που συνέχισε την ίδια πολιτική με έντονη καταστολή (πραγματικά πυρά σε διαδηλώσεις κτλ). Έτσι τον Μάη του 2003 εκλέγεται σαν πρόεδρος ο Νέστωρας Κίρχνερ, με την υποστήριξη του Ντουάλτε. Ο Κίρχνερ περονιστής της «αριστερής» πτέρυγας του περονιστικού «Κόμμα της Δικαιοσύνης» διακήρυξε ότι το κόμμα του επιστρέφει στις παλιές περιόδους του περονισμού. Έκανε αποδεκτά πολλά αιτήματα του κινήματος, που δεν έθιγαν την εξουσία του κεφαλαίου, παρουσιάζοντας ένα σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα. Όπως, για παράδειγμα, άρνηση πληρωμής χρεών, κρατικός έλεγχος στις τράπεζες, αναθεώρηση σχέσεων με ΔΝΤ και μέτρα κοινωνικής πολιτικής. Παρ’ ότι δεν έπειθε για την ειλικρίνεια του στηρίχτηκε από τον λαό (και από το ΚΚ Αργεντινής) για τον φόβο επανόδου της δεξιάς.
Ο Κίρχνερ αξιοποίησε το μαζικό ρεύμα αυταπατών που είχε καλλιεργηθεί τα προηγούμενα χρόνια επιβεβαιώνοντας ότι από μόνη της η καπιταλιστική κρίση δεν οδηγεί σε επαναστατική κρίση. Σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι ο προσανατολισμός της ταξικής πάλης και ο καθοριστικός ρόλος του Κ.Κ. Με το μαστίγιο και το καρότο τσάκισε στην κυριολεξία το μαζικό κίνημα. Από την μία έπαιρνε «δημοφιλή» μέτρα, όπως το κατέβασμα των πορτρέτων των ηγετών της δικτατορίας του ’70, από την άλλη ποινικοποίηση διάφορων ειδών κινητοποιήσεων (π.χ. κλείσιμο των δρόμων). Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν ανεστάλησαν οι δίκες 4.000 συλληφθέντων από τις διαδηλώσεις των μεγάλων κινητοποιήσεων. Οι διαδηλώσεις, παρ’ όλα αυτά συρρικνώθηκαν. Τα μεσαία στρώματα που είχαν βγει στους δρόμους κτυπώντας κατσαρόλες με αφορμή το corallito, τώρα έπαιρναν όλο και πιο αντιδραστική κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση αυτής της περιόδου με 150.000 άτομα, έγινε ενάντια στην «εγκληματικότητα», ζητώντας μεγαλύτερη αστυνόμευση. Η κυβέρνηση Κίρχνερ αναστήλωσε τον καπιταλισμό, αφήνοντας τα εργατικά και λαϊκά στρώματα στην εξαθλίωση. 

4. Πολιτική «διαχείρισης της φτώχιας»: 
Οι δημοσιολόγοι προβάλουν το κίνημα της Αργεντινής σαν παράδειγμα, σαν πρότυπο. Ωστόσο, όσο μεγάλο και να ήταν περιόριζε την δράση του στην «φιλανθρωπία», στη διαχείριση και το μοίρασμα της φτώχιας ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα και γι αυτό και στην πορεία ενσωματώθηκε στην κυβερνητική πολιτική.
       Η εκτεταμένη αξιοποίηση μορφών αλληλεγγύης είναι χαρακτηριστικό και άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής. (Περού, Ουρουγουάη κτλ) Είναι φανερό όμως ότι δεν αποτελούν κανένα κίνδυνο για τον καπιταλισμό της κάθε χώρας. Για παράδειγμα στην κρίση της Ουρουγουάης του 2002, οι 200.000 άνθρωποι που ζουν στις παραγκουπόλεις του Μοντεβιδέου, βυθίστηκαν στην απόλυτη φτώχεια. Οι λαχανόκηποι ήταν ένας τρόπος να αντιμετωπίσουν την πείνα. Οργανώθηκαν 200 τέτοιοι σε ιδιωτικά οικόπεδα σε συνεργασίες γειτόνων. Καταλήφθηκαν και δημόσιες εκτάσεις για τον ίδιο σκοπό. Όταν άρχισαν να αποδίδουν οι λαχανόκηποι και οι περιβολάρηδες εξασφάλισαν την διατροφή τους, παραιτήθηκαν από το συσσίτιο του δήμου ώστε να φτάνει αυτό και άλλους πεινασμένους. Στην πορεία τα πράγματα οργανώθηκαν καλύτερα. Δημιουργήθηκε δίκτυο αλληλοβοήθειας μεταξύ τους, τράπεζα σπόρων, και θερμοκήπιο. Κάποιοι προχώρησαν και στην οργάνωση «λαϊκών αγορών». Το 2004 που ξεπεράστηκε η κρίση, το φαινόμενο των λαχανόκηπων εξαλείφτηκε. Είναι φανερό ότι δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο διεκδικητικό κίνημα, έστω «καταπολέμησης της φτώχιας». Στην πραγματικότητα έχουμε εκμάθηση των λαϊκών στρωμάτων να διαχειρίζονται και να μοιράζονται την φτώχια τους.
        Στην Αργεντινή δοκιμάστηκαν πολλά τέτοια «πειράματα». Δωρεάν διάθεση τσαγιού στις λαϊκές, εναλλακτικά νομίσματα, σύνδεση συνεταιριστικών αγροκτημάτων με κατειλημμένες επιχειρήσεις, κτλ.  Με δεδομένο την ανυπαρξία καλά οργανωμένου και ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα αναζήτησαν τρόπους για να επιβιώσουν. Η οργάνωση της επιβίωσης, δεν μπόρεσε να λειτουργήσει σαν στοιχείο οργάνωσης ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου. Αντί οι άνεργοι εργάτες να διεκδικήσουν  «δουλειά με δικαιώματα» χωρίς εκμετάλλευση, γινόταν μικροπωλητές για να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους. Την ίδια στιγμή το κεφάλαιο συγκέντρωνε όλο το πλούτο της χώρας, διατηρούσε την κερδοφορία του, και έμενε στο απυρόβλητο.

5. Για τις καταλήψεις εργοστασίων: 
Το φαινόμενο αυτό αφορά περίπου 150 επιχειρήσεις που εγκαταλειφτήκαν από τους ιδιοκτήτες τους. Γενικά ήταν μικρά ή μεσαία εργοστάσια με απαρχαιωμένο εξοπλισμό που ήταν συνδεμένα με την εσωτερική αγορά και αυτό τα έκανε ευάλωτα στις μεταρρυθμίσεις Μένεμ. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτά ήταν καταδικασμένοι στη μακροχρόνια ανεργία, ειδικά αυτοί που είχαν χαμηλή ειδίκευση και ήταν άνω των 40. Στατιστικά οι επιχειρήσεις αυτές απασχολούσαν κατά μέσο όρο 60 εργαζόμενους η κάθε μια, ενώ οι περισσότερες ήταν χαλυβουργικές (26%) και από τι υπόλοιπες ξεχώριζαν μονάδες οικιακών συσκευών, τυπογραφία εταιρείες μεταφορών κτλ. Οι περισσότερες από αυτές δεν επιβίωσαν. Πολύ λίγες ζουν μέχρι σήμερα με κρατική επιχορήγηση υπό συνθήκες κρατικής προστασίας. Όπως έλεγαν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι: «… δεν καταλαμβάνουμε τις επιχειρήσεις που είναι σε λειτουργία ή αυτές που πληρώνουν κανονικά του εργάτες τους. Καταλαμβάνουμε όσες εγκαταλείπουν οι ιδιοκτήτες τους, … Μιλάμε για εργάτες χωρίς περιουσία, χρεωμένους και για εργοστάσια χωρίς πρώτες ύλες με μηχανές που είχαν χρόνια να συντηρηθούν…» Καταλαβαίνουμε γιατί παρ’ ‘ότι κυριολεκτικά μάτωσαν και υπέφεραν δεν μπόρεσαν να τις κρατήσουν στην ζωή. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, σε πολλές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι πλήρωσαν ακόμη και τα χρέη των αφεντικών όπως για παράδειγμα στο εργοστάσιο Brukman, που οι εργαζόμενες πλήρωσαν και τα χρέη του ηλεκτρικού. 

6. Γενικά συμπεράσματα: 

1. Η πείρα της Αργεντινής δείχνει ότι η βαθιά και παρατεταμένη κρίση που μπορεί να προκαλέσει τριγμούς στο αστικό πολιτικό σύστημα, επιβάλει στο κεφάλαιο την εφαρμογή διαφορετικής πολιτικής διαχείρισης, αλλαγή του μίγματος που υπήρχε προηγούμενα. Το νέο μείγμα συνήθως παρουσιάζεται σαν «αριστερή» ή «ανανεωμένη σοσιαλδημοκρατία», σαν το μικρότερο κακό. Στην πράξη αποδεικνύεται εξίσου αντεργατική – αντιλαϊκή. Στο τέλος η εργατική τάξη θα βρεθεί σε χειρότερη θέση από αυτήν που ήταν πριν την κρίση.

2. Η Αργεντινή αλλά και οι άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής με «αριστερές» κυβερνήσεις, επιβεβαιώνουν ότι είναι εξαπάτηση η θέση ότι μια ¨αριστερή κυβέρνηση» μπορεί να γίνει κρίκος στην πάλη για εργατική εξουσία. Όλες αυτές οι «αριστερές κυβερνήσεις» της Λατινικής Αμερικής, απέσπασαν την κοινωνική συναίνεση διαιωνίζοντας το καπιταλιστικό σύστημα. Η κυβέρνηση Κίρχνερ αξιοποίησε τον προσανατολισμό του κινήματος που ενσωμάτωνε δράση διαχείρισης της φτώχειας, εξαγοράζοντας στελέχη του, με την τοποθέτηση τους σε κρατικές θέσεις. 

3. Η πολιτική της κυβέρνησης Κίρχνερ (αποσύνδεση πέσο από το δολάριο, αναδιάρθρωση του χρέους, κρατικοποιήσεις) τηρουμένων των αναλογιών, είναι παρόμοια με το λεγόμενο «μεταβατικό πρόγραμμα» που προβάλλουν οι δυνάμεις του οπορτουνισμού (έξοδος από ευρώ, διαγραφή χρέους, κρατικοποιήσεις). Είτε αυτό το πρόγραμμα προβάλλεται με την μορφή των «πολιτικών αιτημάτων» στο κίνημα, είτα σαν πρόγραμμα μια «αριστερής κυβέρνησης», στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα καπιταλιστικής διαχείρισης, ένας ταξικός συμβιβασμός

4. Το εργατικό – λαϊκό κίνημα χρειάζεται να προσέξει να μην εγκλωβιστεί στην «αυτοδιαχείριση» της οξυμένης φτώχιας, εγκαταλείποντας την οργάνωση της ταξικής πάλης με στόχο την αποσταθεροποίηση της αστικής εξουσίας και την ανατροπή. Τέτοιος κίνδυνος υπάρχει ήδη. Από τη μια είναι η Εκκλησία, επιχειρηματίες, Δήμοι, Μ.Κ.Ο. κτλ που στο πλαίσιο της φιλανθρωπίας αναλαμβάνουν ανάλογες δράσεις (συσσίτια, κοινωνικά παντοπωλεία, κτλ) Από την άλλη ο δυνάμεις του ρεφορμισμού – οπορτουνισμού που προβάλουν την αναγκαιότητα το εργατικό κίνημα να δράσει μόνο σε τέτοια ζητήματα, φέρνοντας για παράδειγμα την δράση του ΕΑΜ. Αυτό βέβαια είναι συνειδητή διαστρέβλωση, γιατί η δράση του ΕΑΜ για την προστασία του λαού από την πείνα συνοδευόταν με ένοπλη αντιστασιακή δράση. Η φτώχια δεν αντιμετωπίστηκε με λογική φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, αλλά με μαζικό αγωνιστικό φρόνημα, με λογική σύγκρουσης και ρήξης με τους κατακτητές. Πάνω απ’ όλα το ΕΑΜ ήταν μαζικό ένοπλο κίνημα. Δεν έχει λοιπόν καμία σχέση η δράση του ΕΑΜ με «συλλογικές κουζίνες», «ανταλλακτική οικονομία», «δίκαιο εμπόριο» κτλ.

5. Η πείρα της Αργεντινής επιβεβαιώνει το κύριο ζήτημα, που είναι ότι  το Κ.Κ. και το εργατικό κίνημα πρέπει να είναι εξοπλισμένο με γραμμή πάλης, με προοπτική την εργατική εξουσία. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να προωθηθεί η οργάνωση της εργατιάς, η συμμαχία της με τα λαϊκά στρώματα, η ταξική αλληλεγγύη. Να διασφαλιστεί ο ριζοσπαστικός προσανατολισμός του λαϊκού κινήματος. Να περιθωριοποιηθεί ο οπορτουνισμός και ο συμβιβασμός με τον ρεφορμισμό, ώστε να ανοίξει ο δρόμος υπέρ των λαϊκών δυνάμεων.

Πηγές:
«Γραμμή ενσωμάτωσης ή γραμμή ανατροπής; Η πείρα της Αργεντινής» ΚΟΜΕΠ 4-5/2012

Καρλ Μαρξ

«Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρόκειται να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδανικό προς το οποίο πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί την παρούσα κατάσταση πραγμάτων».